Ο χρυσοχόος


  Κάποτε οι μοναχοί ανέθεσαν σε ένα Xιώτη χρυσοχόο να επενδύσει με χρυσό ένα μέρος της ιερής εικόνας (της Παναγίας της Νιαμονίτισσας ) , για να την προφυλάξουν από τη φθορά. Ο εκκλησιάρχης την τοποθέτησε στον κυρίως ναό , και ο τεχνίτης άρχισε την εργασία του με ευλάβεια. 
Ξαφνικά ακούει μια γλυκειά φωνή να του λέει ψιθυριστά: 
- Ελαφρά χτύπα, ελαφρά. Να ʼ χης την ευχή μου, γιατί η εικόνα είναι παλαιά!
 
Σηκώνει τα μάτια ο χρυσοχόος και βλέπει μια μεγαλόπρεπη γυναίκα με ολόχρυση φορεσιά. Δεν πρόλαβε να τη ρωτήσει ποια ήταν , γιατί μπήκε αμέσως στο ιερό βήμα από τη νότια πύλη. Τρέχει να την προφθάσει, αλλά Εκείνη είχε εξαφανιστεί. Μπαίνει στο ιερό , και τότε αναγνωρίζει στη μορφή της πλατυτέρας τη γυναίκα, που πριν λίγο του είχε φανερωθεί.


Η ευλαβής δωρήτρια 

Κάποια ευλαβής
Xιώτισσα , από το χωριό Καλιμασσιά, αφιέρωσε όλη την περιουσία της στη Νέα Μονή. Κάποτε όμως αρρώστησε και βρέθηκε σε μεγάλη ανάγκη. Τότε οι συγγενείς της, αντί να τη βοηθήσουν , την εγκατέλειψαν και την πίκραναν με λόγια σκληρά: 
- Ας έρθει , της έλεγαν, να σε κοιτάξει η Νέα Μονή, αφού της έγραψες την περιουσία σου.
 
Εκείνη δεν έπαυε να προσεύχεται θερμά στην Παναγία ζητώντας τη βοήθειά της. Κι ένα βράδυ, μέσα στον πόνο και την απελπισία της, βλέπει στον ύπνο της μια γυναίκα. Η γυναίκα αυτή την πλησίασε, την παρηγόρησε και μεταξύ των άλλων της είπε:
 
- Μη φοβάσαι. Η ασθένειά σου θεραπεύτηκε. Πάρε αυτό το φλουρί και θα φροντίζω εγώ για σένα.
 
- Ποία είσαι; ρώτησε η άρρωστη.
 
- Είμαι η Νέα Μονή.
 
Με τα λόγια αυτά ξύπνησε η γυναίκα θεραπευμένη, κρατώντας στο δεξί της χέρι το φλουρί. Πήγε στο μοναστήρι, διηγήθηκε το όνειρό της στον ηγούμενο Άνθιμο και του παρέδωσε το φλουρί , που της είχε χαρίσει η Παναγία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: