ΠΑΠΙΚΗ-ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΒΔΕΛΥΚΤΗ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

Πηγή : http://blogs.sch.gr/savvop-nik/

Στην βλάσφημη ημερίδα «Κανόνες τῆς Εκκλησίας και σύγχρονες προκλήσεις» που διοργάνωσε ο «μεταπατερικός» αιρετίζων Μητροπολίτης Δημητριάδος τον περασμένο Μάïο, συμμετείχε ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας, επίσης γνωστός για αιρετικές διδασκαλίες όπως αυτή τῆς «διηρημένης Εκκλησίας». Ο κ. Χρυσόστομος ασχολήθηκε με την έννοια τοῦ «αιρετικοῦ» και τόνισε την ανάγκη τῆς συνοδικῆς γνωμάτευσης. Συγχρόνως όμως κατεδίκασε την διακοπή μνημονεύσεως με την κατηγορία ότι ο επίσκοπος είναι αιρετικός, χωρίς να υπάρξει η συνοδική κατοχύρωση και αυθεντία. Δηλαδή ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εκκλησιαστική μας παράδοση αλλά και με τον ΙΕ’ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, που ορίζει ότι είναι άξιοι τῆς πρεπούσης τιμῆς, ότι δεν πράττουν σχίσμα και ότι δεν καθαιρούνται οι πρεσβύτεροι, επίσκοποι και μητροπολίται, οί οποίοι, προτού φθάσει το θέμα στη σύνοδο,  χωρίζονται από την κοινωνία με τον αιρετικό πρόεδρόν τους που κηρύττει μία από Συνόδους ή Πατέρες κατεγνωσμένη αίρεση· τον αιρετικό πρόεδρο ο κανόνας τον ονομάζει «ψευδεπίσκοπον και ψευδοδιδάσκαλον».
Ο ΙΕ’ Κανόνας βραβεύει, θα λέγαμε, την διακοπή μνημονεύσεως στην περίπτωση αυτή.  
Ο κ. Χρυσόστομος όχι μόνο αποσιωπᾶ και αποστρέφεται τον ΙΕ’ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου αλλά επίσης κατεσκεύασε – στα μέτρα τῶν Οικουμενιστῶν – έναν άλλο κανόνα ονομάζοντας αιρετικόν αυτόν που χωρίζεται από την κοινωνία με τον τοπικό αιρετίζοντα επίσκοπό του. Αναφέρεται στον ΣΤ’ Κανόνα τῆς Δευτέρας Οικουμενικῆς Συνόδου πού δεν έχει καμία σχέση με το θέμα τῆς ομιλίας του. Ο ΣΤ’ κανόνας ορίζει μεταξύ άλλων ότι στην περίπτωση πού κάποιος κατηγορεί έναν επίσκοπο για εγκλήματα, τότε η σύνοδος να λάβει την καταγγελία υπ’ όψιν εφ’ όσον ο κατήγορος δεν είναι αιρετικός, εφ’ όσον ο κατήγορος δεν ανήκει σε μια καταδικασμένη και αναθεματισμένη από την Εκκλησία αίρεση.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας πολεμείται εδώ και 90 χρόνια από την ήδη κατεγνωσμένη παναίρεση τοῦ Οικουμενισμοῦ. Ο  Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς σημειώνει :
«Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμό. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἵ ψευδοεκκλησίαι δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά τους εἶναι ἡ παναίρεσις.» (ΑΡΧΙΜ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.).
Εφ’ όσον ο Παπισμός είναι μέρος τοῦ Οικουμενισμοῦ και εφ’ όσον έχει καταδικασθεί από πλήθος συνόδων και αγίων πατέρων ως αίρεση, εκπίπτει τῆς Εκκλησίας ο κάθε επίσκοπος πού συμφωνεί με τον Οικουμενισμό και αναγνωρίζει τον Παπισμό ως εκκλησία, ως «αδελφή εκκλησία».  
Ας προσέξουμε επίσης και τα εξής λόγια τοῦ κ. Χρυσοστόμου, για να καταλάβουμε τι πρεσβεύει:  
«…ὁποιαδήποτε ἐνδοεκκλησιαστική τάση ἀνάπτυξης τῆς θεωρίας ὅτι «ὁ ἐπιβεβλημένος σωτήριος, κανονικός καί ἁγιοπνευματικός δρόμος τῶν πιστῶν, κληρικοῦ καί λαϊκοῦ, εἶναι ἡ ἀκοινωνησία, ἡ διακοπή τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται, συνυπεύθυνοι καί συγκοινωνοί τῆς αἱρέσεως καί τῆς πλάνης», εἶναι ὡς προτάσεις, ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτες, οἱ ὁποῖες αὐτόματα συνεπάγονται καί τήν ἐκκλησιαστική αὐτονόμηση, μέ κανονικές συνέπειες». http://romfea.gr/epikairotita/21337-2013-12-30-03-52-35
Όπως ο διάβολος θέλει να γκρεμίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία και προσπαθεί να απομακρύνει κάθε εμπόδιο, έτσι ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας θέλει να απομακρύνει τον ΙΕ’ κανόνα από το Ιερό Πηδάλιο και να το αντικαταστήσει με το δικό του εφεύρημα που απειλεί τους Ορθοδόξους κληρικούς και λαïκούς λέγοντάς τους ότι, αν δεν παραμένουν κοινωνοί με την αίρεση τότε θα αποκοπούν από το Σώμα τῆς Εκκλησίας ως αιρετικοί!!!  Ο κ. Χρυσόστομος εκδηλώνει το πόσο πολύ φοβούνται οι Οικουμενισταί την αντίδραση κλήρου και λαοῦ.
Τέλος, η ανακοίνωση τῆς Ιεραρχίας τῆς Εκκλησίας τοῦ περασμένου Οκτωβρίου σχετικά με την εισήγηση τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Αναφορικά με τον θεολογικό διάλογο στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, τονίστηκε η ανάγκη αποφυγής κάθε μορφής συμπροσευχής και προσδιορίστηκε ο τρόπος συμμετοχής των Ορθοδόξων Μελών στα όργανα λήψεως αποφάσεων, και ότι ουδέν κείμενο του Π.Σ.Ε. υπεγράφη η έγινε αποδεκτό από την Εκκλησία της Ελλάδος.» …
«…ο διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς σκιάζεται τόσο λόγω της προσηλυτιστικής δράσης της Ουνίας, όσο και από την δυσκολία κατανόησης λειτουργίας και εφαρμογής του πρωτείου στο πλαίσιο της Συνόδου και των εκκλησιαστικών δομών,…»
http://www.romfea.gr/epikairotita/27199-2014-10-08-11-24-28

Γιατί δεν επισημαίνεται η ανάγκη αποφυγῆς κάθε μορφῆς συμπροσευχῆς μετά τῶν Παπικῶν;;; Μήπως η Εκκλησία τῆς Ελλάδος δέχθηκε εν κρυπτῶ την ένωση με τον Παπισμό το 1965;;; Έδωσε πράσινο φως στον Πατριάρχη και σε κάθε κληρικό και λαïκό τῆς Εκκλησίας για την καταπάτηση ιερῶν κανόνων, δηλ. για την συμπροσευχή/συλλειτουργία με τον αιρετικό Πάπα η Εκκλησία τῆς Ελλάδος;;;
Παραθέτω τα σχετικά αποσπάσματα από την ομιλία τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας, τον ΙΕ’ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου και τον ΣΤ’ Κανόνα τῆς Δευτέρας Οικουμενικῆς Συνόδου.
Νικόλαος Γ. Σαββόπουλος

Η ομιλία τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας από το 14:53 λεπτό έχει ως εξής:

«Ορθοδοξία δεν είναι απλά και μόνο η εμμονή στην ορθότητα θεωρετικῶν διατυπώσεων ή επανάληψη απολυτοποιουμένων θεολογικῶν εκφράσεων, αλλά η μετοχή και η αποδοχή τῆς αλήθειας τῆς Εκκλησίας ως γεγονότος κοινωνίας και ενότητος στο πρόσωπο τοῦ επισκόπου και με κέντρο το μυστήριο τῆς θείας ευχαριστίας. Εξ αιτίας αυτῆς τῆς θεώρησις αιρετικοί, σύμφωνα με τον Έκτο Κανόνα τῆς Δευτέρας Οικουμενικῆς Συνόδου, δεν είναι αυτός ο οποίος αυθαίρετα χαρακτηρίζεται από μεμονωμένα άτομα ή ομάδες ως αιρετικός, ή αυτός ο οποίος χρησιμοποιεί πλούσια ποικιλία θεολογικῶν εκφράσεων και διατυπώσεων, αλλά αυτός ο οποίος αποκηρύχθηκε από την Εκκλησία, αναθεματίσθηκε από την Σύνοδο, και από τους κανονικούς επισκόπους, και συγχρόνως με την στάση του συμβάλλει στην διάσπαση ή διαστρέβλωση τῆς κανονικότητος κυρίως μέσω τῆς μη μνημόνευσης τοῦ επισκόπου τῆς Τοπικῆς Εκκλησίας, με το επιχείρημα ότι δήθεν είναι αιρετικός, χωρίς όμως αυτός ο χαρακτηρισμός να έχει και την συνοδική κατοχύρωση και αυθεντία.
Το απόλυτο αυτό εκκλησιολογικό διακριτικό τοῦ αιρετικοῦ, αναπτύσσει και περιγράφει με σαφήνεια και απλότητα ο Αγιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας. Αιρετικός, λέγει ο Ιερός Πατήρ, δεν είναι εκείνος ο οποίος γραπτῶς ή προφορικῶς ή δημόσια διατυπώνει απόψεις οι οποίες συμβαίνει να μην εναρμονίζονται ή να είναι και αντίθετες προς αυτό πού η Εκκλησία τηρεί και διδάσκει, αλλά είναι εκείνος ο οποίος συνειδητά διαστρεβλώνει την Πίστη τῆς Καθολικῆς Εκκλησίας, διδάσκει δημόσια αιρετικές δοξασίες και μάλιστα όταν κληθεί από τα αρμόδια εκκλησιαστικά όργανα σε απολογία, είτε δεν προσέρχεται, είτε συνεχίζει να εμμένει στις κακοδοξίες του. Γι’ αυτό ακριβώς και ο αιρετικός για την εκκλησία καθίσταται αναξιόπιστος. Αφού ό τι πρεσβεύει αποτελεί έκφραση τῆς διαφοροποιησῆς του από την Αλήθεια τῆς Καθολικῆς Εκκλησίας και πρόκληση διάσπασης τῆς Εκκλησιαστικῆς ενότητος και απόσχιση από την ευχαριστιακή κοινωνία. Με βεβαιότητα δε είναι ότι η πλούσια ποικιλία τῶν διαφορετικῶν θεολογικῶν αναφορῶν και ερμηνειών δεν θίγουν το σταθερό υπόβαθρό τῆς θεολογικῆς ακρίβειας τῆς αλήθειας τῆς εκκλησίας, αλλά αντίθετα εμπλουτίζουν αυτην. Η διαφορετκή όμως στάση έναντι τῆς Εκκλησίας, είναι έκφραση αιρετική και έχει, επειδή ακριβώς έχει διαφορετικές σωτηριολογικές συνέπειες ως άρνηση αυτῆς τῆς ίδιας τῆς Εκκλησίας, κατά την ρήση τοῦ Αγίου Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.» http://www.youtube.com/watch?v=qIRJzxAWU_U


Ο ΙΕ’ Ιερός Κανόνας τῆς ΑΒ΄Συνόδου ἐπί Μ. Φωτίου (861)
Ὁ ιε΄ Ἱερός Κανών διορίζει ἐπακριβῶς ὅτι : «Τά ὁρισθέντα περί πρεσβυτέρων καί Ἐπισκόπων καί Μητροπολιτῶν πολλῷ μᾶλλον ἐπί Πατριαρχῶν ἁρμόζει. Ὥστε εἴ τις Πρεσβύτερος ἤ Ἐπίσκοπος, ἤ Μητροπολίτης τολμήσοι ἀποστῆναι τῆς πρός τόν οἰκεῖον Πατριάρχην κοινωνίας, καί μή ἀναφέροι τό ὄνομα αὐτοῦ κατά τό ὡρισμένον καί τεταγμένον, ἐν τῆ θείᾳ Μυσταγωγίᾳ, ἀλλά πρό ἐμφανείας συνοδικῆς καί τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως σχίσμα ποιήσοι · τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι εἴ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καί ταῦτα μέν ἐσφράγισταί τε καί ὥρισται περί τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων, και σχίσμα ποιούντων καί τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γάρ δι’ αἵρεσίν τινα παρά τῶν ἁγίων Συνόδων, ἤ Πατέρων, κατεγνωσμένην, τῆς πρός τόν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τήν αἵρεσιν δημοσίᾳ κηρύττοντος, καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς προς τόν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ Ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καί οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων καί μερισμῶν τήν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».

ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύοντας τόν παραπάνω Ἱερό Κανόνα, ἀναφέρει:
«Ἑκεῖνα ὁποῦ οἱ ἀνωτέρω Κανόνες (ιγ’ καί ιδ’) ἐδιώρισαν περί Ἐπισκόπων καί Μητροπολιτῶν, τά αὐτά διορίζει, καί πολλῶ μᾶλλον, ὁ παρών Κανών, περί Πατριαρχῶν, λέγων ὅτι, ὅστις Πρεσβύτερος ἤ Ἐπίσκοπος ἤ Μητροπολίτης ἤθελε χωρισθῆ ἀπό τήν συγκοινωνίαν τοῦ Πατριάρχου αὐτοῦ, καί δέν μνημονεύη τό ὄνομα αὐτοῦ κατά τό σύνηθες (ὁ Μητροπολίτης δηλ. μόνος˙ ὁ γάρ Πρεσβύτερος τοῦ Ἐπισκόπου του τό ὄνομα μνημονεύει, ὁ δέ Ἐπίσκοπος τοῦ Μητροπολίτου του) πρό τοῦ νά φανερώσουν τά κατά τοῦ Πατριάρχου αὐτῶν εἰς τήν Σύνοδον καί παρά τῆς Συνόδου αὐτός νά κατακριθῆ˙ οὖτοι, λέγω, πάντες νά καθαίρωνται παντελῶς, οἱ μέν Ἐπίσκοποι καί Μητροπολῖται, πάσης Ἀρχιερατικῆς ἐνεργείας, οἱ δέ Πρεσβύτεροι, πάσης Ἱερατικῆς. Πλήν ταῦτα μέν νά γίνωνται, ἐάν δι’ ἐγκλήματα τινά, πορνείαν θετέον ἱεροσυλίαν καί ἄλλα, χωρίζονται οἱ Πρεσβύτεροι ἀπό τούς Ἐπισκόπους των, οἱ Ἐπίσκοποι ἀπό τούς Μητροπολίτας των, καί οἱ Μητροπολίτες ἀπό τούς Πατριάρχας των». Μέ ὑποσημείωσι στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει ὁ ἅγιος : «Ἀγκαλά καί ὁ λα΄ Ἀποστολικός ἀνεύθυνον κρίνει καί τόν χωριζόμενον, ἐάν γνωρίζει αὐτόν καί ἄδικον». Ἐάν δέ οἱ ρηθέντες πρόεδροι ἦναι αἱρετικοί καί τήν αἵρεσιν αὐτῶν κηρύττουσι παρρησία… (Μέ ὑποσημείωσι στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει ὁ ἅγιος : «Ἀπό τόν λόγον τοῦτον τοῦ Κανόνος φαίνεται ὅτι δέν πρέπει τινάς νά χωρίζηται, κατά τον Βαλσαμῶνα, ἀπό τόν Ἐπίσκοπόν του, ἐάν αὐτός ἔχη μέν καμμίαν αἵρεσιν, τήν φυλάττει, ὅμως, εἰς τό κρυπτόν καί δέν τήν κηρύττει˙ τυχόν γάρ αὐτός πάλιν ἀφ’ἑαυτοῦ μετά ταῦτα νά διορθωθῆ») …καί διά τοῦτο χωρίζονται οἱ εἰς αὐτούς ὑποκείμενοι, καί πρό τοῦ νά γένη ἀκόμη συνοδική κρίσις περί τῆς αἱρέσεως ταύτης, οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, ὄχι μόνον διά τόν χωρισμόν δέν καταδικάζονται, ἀλλά καί τιμῆς τῆς πρεπούσης, ὡς ὀρθόδοξοι, εἶναι ἄξιοι, ἐπειδή, ὄχι σχίσμα ἐπροξένησαν εἰς τήν Ἐκκλησίαν μέ τόν χωρισμόν αὐτόν, ἀλλά μᾶλλον ἠλευθέρωσαν τήν Ἐκκλησίαν ἀπό τό σχίσμα καί τήν αἵρεσιν τῶν ψευδεπισκόπων αὐτῶν».
Ὁ παραπάνω Ἱερός Κανῶν εἶναι σύμφωνος καί μέ ἄλλους Ἱερούς Κανόνες Τοπικῶν καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως ὁ λα΄ Ἀποστολικός, ὁ στ΄ τῆς ἐν Γάγγρα Τοπικῆς Συνόδου (340), ὁ ε’ τῆς ἐν Ἀντιοχεία Τοπικῆς Συνόδου (341), οἱ ι΄, ια΄ και ζβ΄ τῆς ἐν Καρθαγένη Τοπικῆς Συνόδου (419), ὁ ιη’ τῆς Δ΄ Οἰκ. Συνόδου (451), οἱ λα΄ καί λβ΄ τῆς ΣΤ΄ Οἰκ. Συνόδου (691), καί οἱ ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ τῆς ΑΒ΄ Συνόδου (861). http://entoytwnika1.blogspot.gr/2014/01/blog-post_14.html


O ΣΤ´Ιερός Κανόνας τῆς Β’ Οικουμενικῆς Συνόδου (381):
«…. Εἰ δὲ ἐκκλησιαστικὸν εἴη τὸ ἐπιφερόμενον ἔγκλημα τῷ ἐπισκόπῳ, τότε δοκιμάζεσθαι χρὴ τῶν κατηγορούντων τὰ πρόσωπα· ἵνα, πρῶτον μὲν αἱρετικοῖς μὴ ἐξῇ κατηγορίας κατὰ τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων ὑπὲρ ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ποιεῖσθαι. Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾿ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας·….»
ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ερμηνεύει:

«…Ει δε η κατηγορίαις είναι εγκληματικαίς, όπου δύνανται δηλαδή να τον καταβιβάσουν από τον βαθμόν του· ο, τι λογής είναι η ιεροσυλία, η παρ ενορίαν ιεροτελεστία, και άλλα· εις αυτάς πρέπει να εξετάζωνται οι κατήγοροι, πρώτον μεν να μη ήναι αιρετικοί, σφάλλοντες εις τα δόγματα, τόσον οι παλαιά υπό της εκκλησίας αναθεματισθέντες, όσον και οι τώρα νεωστί από ημάς….» (Πηδάλιον, σελ. 160).     

Δεν υπάρχουν σχόλια: