Δυστυχώς ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής μνημόνευε τον λατινόφρονα Αθηναγόρα!!!

--Γέροντα, η εγκύκλιος γράφει αυτά κι΄ αυτά.                                                                
–Τέρμα! Αποχωρούμε! Αυτοί έπεσαν έξω. Δεν μπορεί να είναι η αλήθεια του Θεού αυτή. Θα πρέπη να γυρίσουμε με τα μοναστήρια. Αλλά θα κάνουμε προσευχή πρώτα να δούμε τι ο Θεός θα μας πη. Παιδιά, προσευχή! Προσευχή πατέρες, να μας αποκαλύψη ο Θεός, να μην κάνουμε λάθος. Ό,τι μας αποκαλύψη ο Θεός θα το αποδεχθούμε. Ο Γέροντας δεν είχε πανεπιστημιακό πτυχίο διανοητικής θεολογίας. Ήταν όμως πραγματικά θεοδίδακτος και ως θεόπτης ήταν κάτοχος της πραγματικής Θεολογίας. Ποτέ μου δεν τον θυμάμαι να ενήργησε χωρίς να έχη πληροφορία. Σ΄ αυτό το σημαντικώτατο ζήτημα μας έβαλε όλους μας και κάναμε τριήμερο νηστεία και προσευχή. Για τρεις μέρες δεν φάγαμε τίποτε, μόνο νεράκι ήπιαμε. Την Τρίτη μέρα κλείστηκε ο Γέροντας μέσα στην καλύβα του όλη την νύκτα κάνοντας δακρύβρεκτη ικετευτική προσευχή, κι΄ εμείς απ΄ έξω τον περιμέναμε σαν τον Μωϋσή να βγη και να μας πη τα αποτελέσματα της «συνόδου». Μετά την προσευχή φαίνεται θα είδε αποκαλυπτική οπτασία και βγαίνοντας μας λέει:                                                                                                                                                 
 --Όσοι πιστοί! Πατέρες, τέρμα. Η πληροφορία είναι να προχωρήσουμε με τα μοναστήρια κι’ αυτή είναι η αλήθεια! Οι ζηλωταί είναι πλανεμένοι!                     
Ήταν πράγματι μεγάλη και απότομη η στροφή του Γέροντος, διότι ήταν ζηλωτής και μάλιστα αυστηρός. Μέχρι τότε ήμασταν όλοι ζηλωτές: ο Γερο-Αρσένιος, ο πατήρ Ιωσήφ ο νεώτερος, εγώ, ο παπα-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο Γερο-Νικηφόρος και άλλοι…  Μία τόσο, λοιπόν, απότομη μεταστροφή του Γέροντος Ιωσήφ στάθηκε «κεραυνός εν αιθρία». Αλλά επειδή ο Γέροντας ουδέποτε υπήρξε φανατικός και ουδέποτε ακολουθούσε κάτι με εμπάθεια, καταλάβαμε αμέσως πως εκείνο που μας έλεγε είναι η αλήθεια και η Ορθοδοξία.                                                                                                                      
–Γέροντα, τι είδες;
--Δεν θα σας το πω. Το θέμα τελείωσε. Θα προχωρήσουμε με τα μοναστήρια και θα μνημονεύσουμε τον Πατριάρχη. Πετάγεται ο πατήρ Αθανάσιος:                                      
--Εγώ δεν μνημονεύω τον Πατριάρχη. Είναι αιρετικός!                                                    
Ο Γερο-Αρσένιος, πήγε πίσω από τον Γέροντα και του λέει:                                          
--Γέροντα, πολλοί πλανήθηκαν ακόμα και μεγάλοι Άγιοι.                                                
–Πάτερ Αρσένιε, αυτός ο δρόμος πάει προς τα εδώ και ο άλλος πάει προς τα εκεί, όποιον θέλεις διάλεξε ή θα πειθαρχήσης ή θα πάρης τον δρόμον σου. Εγώ θα ακολουθήσω τα μοναστήρια.                                                                                                 
–Γέροντα, εγώ δυσκολεύομαι.                                                                                              
–Πάτερ Αρσένιε, ένα κι΄ ένα κάνουν δύο. Πάρε δρόμο και φύγε!  Αμέσως όλοι κοκκαλώσαμε. Μόλις άκουσε έτσι ο πατήρ Αρσένιος, λέει στον Γέροντα:                       
--Ευλόγησον! Ευλόγησον!                                                                                                                                                     
Ο πατήρ Αθανάσιος αντέταξε:
--Μα, αυτό κι΄ αυτό.
–Εσύ, πάτερ Αθανάσιε, πάρε τον ντουρβά σου και πήγαινε στη Λαύρα και πες τους ότι θα υποταχθούμε στο μοναστήρι και στο Πατριαρχείο. Θα πάτε μέσα να γραφτήτε. Γρήγορα! Τελείωσε! Και θα πάρετε ταυτότητες, και θα γίνουμε μοναστηριακοί. Αυτός είναι ο δρόμος του Θεού. Οι παλαιοημερολογίτες βγήκαν έξω από τον δρόμο. Ακούς, να καταδικάσουν τα Μυστήρια ότι δεν έχουν Χάρι, και ότι οι νεοημερολογίτες είναι κολασμένοι!
Ξεκίνησε, λοιπόν, ο πατήρ Αθανάσιος με τον ντουρβά του για την Λαύρα, γεμάτος λογισμούς. Σκεπτόταν: «Άραγε, λέει καλά ο Γέροντας; Δεν λέει καλά ο Γέροντας!!!» Και όπως περπατούσε μέσα στα ρουμάνια κουράστηκε και κάθησε να ξαποστάση λίγο. Και όπως βρισκόταν σ΄ αυτήν την κατάστασι, αποκοιμήθηκε λίγο και είδε κάποια οπτασία, η οποία τον πληροφόρησε πέρα για πέρα για την ορθότητα της θέσεως του Γέροντος. Γύρισε αμέσως πίσω και κατενθουσιασμένος λέει:
--Γέροντα, υπακούω! Και τον Πατριάρχη μνημονεύω και ό,τι θέλετε κάνω. Αυτό που είδα, είναι θέλημα Θεού. Τώρα, τι είδε; Τότε ήμουν μικρός, δεν εξέτασα τι είχε δει. Και πράγματι πήγαμε στην Λαύρα να βγάλουμε ταυτότητες. Κλονίσθηκαν όμως μερικοί, διότι ήσαν ζηλωταί, και πολλά έλεγαν τότε.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Κωστάκη γιατί κρύβεις τα σχόλια που σε επικρίνουν;ving

Silver είπε...

Δεν το είδες "Κωστάκη" που το κοινοποίησα; Μετά όταν έκανα μεταφορά του κειμένου, δεν είναι δυνατόν τεχνικώς, να το μεταφέρω.

Γιατί δεν γράφεις κάτι να αποδείξεις ότι δεν είναι αλήθεια αυτό που ανέβασα;