O Συναξαριστής της ημέρας.

Τετάρτη, 6 Αυγούστου 2014

Μεταμόρφωσις του Σωτήρος Χριστού.

Κατὰ τὴν διήγηση τῶν Εὐαγγελιστῶν, ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστὸς πῆρε ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος Θαβὼρ γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.

ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ

Του μακαριστού π. Μάρκου Μανώλη.


Το τροπάριο σήμερα της Μεταμορφώσεως λέγει ότι μετεμορφώθη ο Κύριος έμπροσθεν των μαθητών Του και έλαμψε ως ο ήλιος και έδειξε ένα μέρος της δόξης Του, όσο μπορούσαν να καταλάβουν και να αντέξουν οι μαθηταί Του. Και είναι αυτό ένας αγώνας ισόβιος για όλους μας να μπορέσουμε δηλαδή κάποια μέρα, όταν φύγουμε από την ζωή αυτή να αντικρύσουμε και εμείς το φως του Χριστού μας, να αντικρύσουμε το μεγαλείο της γλυκυτάτης μορφής του Χριστού μας και τον ήμερον οφθαλμόν του Κυρίου μας να μας καλοδεχθή δηλαδή στη Βασιλεία των Ουρανών.

«Η Μάνα – Παναγία μας… κοιμήθηκε»

Το Μάννα, εις τα Εβραϊκά, σημαίνει: «τι είναι αυτό;», και δείχνει την φιλευσπλαγχνίαν του Θεού Πατρός, κατά την έξοδον των Ισραηλιτών από την βαβυλώνιον αιχμαλωσίαν. Η Μάνα, εις τα Ελληνικά, είναι ο Άγγελος φύλακας και το απάνεμον λιμάνι της ανατροφής των παιδιών της, με ανεξάντλητον στοργήν και θαυμαστήν αγάπην. Η Μάνα—η Παναγία είναι η «σκάλα», ήτοι η μεσολαβήτρια, η οποία ενώνει τα Επίγεια, με τα Ουράνια και το καταφύγιον, όσων προσφεύγουν εις Αυτήν. Και εις τας τρεις, ανωτέρω καταγραφάς, ενυπάρχει αντίστοιχα, το θαύμα: της Φροντίδος, της Ζωής, της Σωτηρίας. Το γλυκοχάραμα της Ζωής, για καθεμίαν Χριστιανήν μάναν, κορυφώνεται, εις το πάνσεπτον πρόσωπον της Παναγίας, αφού η άσπιλος και αμόλυντος Μαριάμ, γίνεται η Θεοτόκος, η οποία τίκτει τον Υιόν και Λόγον, για την σωτηρίαν του Ανθρωπίνου Γένους. Το Μυστήριον αυτό είναι μέγα και γι’ αυτό αγιογραφείται, δοξολογείται και υμνογραφείται. Το ωφέλιμον είναι ότι ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν κατορθώνει, να το λησμονήση, ενώ κατορθώνει λόγω της φυσικής φθοράς, να επιφέρη την φυσικήν κατάληξιν, ήτοι την Κοίμησιν, κατά την Χριστιανικήν πίστιν και προσδοκίαν.

Το εξοργιστικόν εφεύρημα

Του πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
(Ορθόδοξος Τύπος  8ης Αυγούστου 2014)


Είναι μερικά θέματα στο χώρο των αιρετικών τόσο παράλογα και διαστροφικά, που ένας άνθρωπος με κοινό νου δυσκολεύεται να τα δεχτεί. Και όμως γι’ αυτά επιστρατεύονται φημισμένοι θεολόγοι να αποδείξουν ότι ο λύκος είναι αρνί! Γίνονται συνέδρια, γράφονται βιβλία και συγκαλούνται σύνοδοι, για να μιλήσουν και να αποφασίσουν σχετικά ή καλύτερα να στηρίξουν με «θεολογικά» επιχειρήματα αιρετικές διδασκαλίες. Και μέσα σε αυτή την άχαρη ματαιοπονία μπαίνουν και μερικοί εκπρόσωποι της Ορθοδοξίας, κατά κόσμον σοφοί και κατά θεόν άσοφοι, και συνδιαλέγονται πάνω σε θέματα που καταφανώς στηρίζονται σε αιρετικά δόγματα. Ένα τέτοιο θέμα είναι και το αλάθητο του Πάπα, το οποίο κατά τον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου πρόκειται για «μωρό και εξοργιστικό εφεύρημα, που είναι η κορωνίδα απάνω απ’ όλες τις ανοησίες που είχε την αδιαντροπιά να διακηρύξει ο Παπισμός».

Μαρία η Μητέρα του Θεού.

«Ο Θεόφρων ήθροισται λαός· της γαρ δόξης Θεού το σκήνωμα, εκ Σιών μεθίσταται προς ουράνιον δόμον, ένθα ήχος καθαρός εορταζόντων, φωνή αφράστου αγαλλιάσεως· και εν ευφροσύνη βοά τω Χριστώ· ο δεδοξασμένος, των Πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει (ωδή ζ΄).

Ο λαός, λέγει, των Χριστιανών, ο τα θεία και ουράνια φρονών, εσυνάχθη σήμερον εν ταις του Χριστού αγίαις Εκκλησίαις, δια να εορτάση και να πανηγυρίση. Επιφέρει δε ακολούθως ο Μελωδός και την αιτίαν της τοιαύτης εορτής τε και πανηγύρεως. Επειδή, λέγει, το σκήνωμα της δόξης του Θεού, η Κυρία Θεοτόκος, περί της οποίας γράφει ο Δαβίδ «Ηγίασε το σκήνωμα αυτού ο Ύψιστος» (Ψαλμ. με΄ 4)· όπερ ερμηνεύει ο Δαμασκηνός Ιωάννης· «Σκήνωμα αυτού την Παρθένον ο Ύψιστος έθετο και ηγίασεν, εν μέσω αυτής κατασκηνώσας, και ασάλευτον έδειξε, των της Παρθενίας σημάντρων αυτής μη παρασαλευθέντων». Επειδή η Παρθένος, λέγω, μετεστάθη από την Σιών εις τας ουρανίους μονάς του Υιού της, όπου εκφωνείται ο καθαρός ήχος των εορταζόντων, και εξέρχεται η φωνή της α ρ ρ ή τ ο υ  χαράς και αγαλλιάσεως, κατά το ειρημένον υπό του Δαβίδ «Ότι διελεύσομαι εν τόπω σκηνής θαυμαστής έως του οίκου του Θεού, εν φωνή αγαλλιάσεως και εξομολογήσεως ( ήτοι ευχαριστίας), ήχου εορτάζοντος» (Ψαλμ. μα΄ 4).