ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Ωδή α΄  Ήχος  Πλ.  δ΄.  Ειρμός.
Σταυρόν χαράξας Μωσής, επ΄ ευθείας ράβδω, την ερυθράν διέτεμε τω Ισραήλ πεζεύσαντι· την δε επιστρεπτικώς, Φαραώ τοις άρμασι κροτήσας ήνωσεν· επ΄ εύρους διαγράψας, το αήττητον όπλον· διο Χριστώ άσωμεν, τω Θεώ ημών, ότι δεδόξασται.

Ερμηνεία.

Επειδή ο Προφήτης Μωϋσής εστάθη ο Ποιητής της πρώτης ωδής, (ταύτην γαρ έγραψεν εν Κεφαλ. ιε΄ της Εξόδου, αφ΄ ου διεπέρασαν μεν οι Εβραίοι την ερυθράν θάλασσαν, κατεποντίσθησαν δε εις αυτήν οι Αιγύπτιοι και Φαραωνίται). Τούτου χάριν και ο Μελωδός Κοσμάς ερανίσθη από την ωδήν εκείνην τον παρόντα Ειρμόν και λέγει, ότι ο θεόπτης εκείνος Μωϋσής χαράξας, ήτοι προεικονίσας συμβολικώς και προτυπώσας τον Σταυρόν, εκτύπησε μεν πρώτον την ράβδον του με ευθείαν και ίσην γραμμήν επάνω εις την ερυθράν Θάλασσαν, και ούτω διέσχισεν αυτήν τω Ισραήλ, πεζεύσαντι: ήτοι χάριν του ισραηλιτικού λαού, ος τις επέζευσε· τουτέστι, διεπέρασεν αυτήν πεζός και με γυμνά ποδάρια, χωρίς να βραχή.
Ταύτην δε την ιδίαν ράβδον γυρίσας ο αυτός Μωσής με πλάγιον σχήμα (τούτο γαρ δηλοί το, επιστρεπτικώς), εκτύπησε την ιδίαν ερυθράν Θάλασσαν, αφ΄ ου επέρασαν οι Ισραηλίται· και ούτως ήνωσε τα δύο σχισθέντα μέρη αυτής. Διατί δε τούτο εποίησε τοις άρμασι Φαραώ, ήτοι εναντίον των αρμάτων και αμαξών του Βασιλέως Φαραώ; Διότι εκυνήγα κατόπιν δια να πιάση τους Ισραηλίτας. Ευθύς γαρ όπου η θάλασσα εκτυπήθη την δευτέραν φοράν και ενώθη, κατεπόντισε τον Φαραώ και πάντα τα στρατεύματα αυτού. Όθεν με το τοιούτον ίσον ομού και πλάγιον κτύπημα της ράβδου του, εχάραξεν ο Μωϋσής και αισθητώς· ήτοι εσχημάτισεν επάνω εις το πλάτος της θαλάσσης το ανίκητον άρμα των χριστιανών, ήτοι τον Σταυρόν. Ο Σταυρός γαρ από δύο ξύλα σύγκειται, από το ορθόν και ίσον, και από το πλάγιον. Δια τούτο, λέγει, και ημείς οι τω Σταυρώ εγκαυχώμενοι χριστιανοί, ας μελωδήσωμεν εις Χριστόν τον Θεόν ημών. Καθώς τότε και ο Μωϋσής με όλους τους άνδρας και η Μαριάμ με όλας τας γυναίκας, έψαλλον το επινίκιο εκείνο άσμα της πρώτης ωδής, αφ΄ ου διεπέρασαν αβρόχως την ερυθράν. Τότε γαρ φησιν, ήσε Μωϋσής και οι υιοί Ισραήλ την ωδήν ταύτην· «Άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται» (Έξ. ιε΄: 1). Βλέπε δε, ω αναγνώστα, σοφίαν και σύνεσιν του θεσπεσίου Κοσμά. Διότι αυτός και τον ειρμόν τούτον επροσάρμοσε με την πρώτην ωδήν του Μωϋσέως, από την οποίαν ερανίσθη αυτόν· και εις τον αυτόν καιρόν δεν εβγήκε και από την υπόθεσιν της πανηγύρεως του Σταυρού, την προκειμένην αυτώ εις έπαινον· διότι λαβών από την πρώτην ωδήν, τόσον την ράβδον του Μωϋσέως, όσον και την ερυθράν θάλασσαν, με την μίαν ταύτην υπόθεσιν τα πρέποντα εφύλαξε και της πρώτης ωδής και της του Σταυρού εορτής. Καθώς γαρ τότε ο παλαιός Μωϋσής με την ράβδον του έσχισε την ερυθράν θάλασσαν· ούτως ύστερον και ο νέος Μωσής Χριστός ο Κύριος με την ιδικήν του ράβδον, ήτοι με τον τίμιον Σταυρόν, περί ου είπεν ο Δαβίδ: «ράβδος ευθύτητος η ράβδος της Βασιλείας σου» (Ψαλμ. μδ΄ 7) με αυτόν, λέγω, έσχισε την αμαρτίαν, η οποία είναι ερυθρά και αιματώδης κατά την Γραφήν «Άνδρας γαρ αιμάτων», ο Δαβίδ ονομάζει τους φονικούς και αμαρτωλούς (Ψαλμ. νδ΄ 27). Και ο Ησαϊας καθαρώτερον μαρτυρεί περί τούτου «εάν ώσι, λέγων, αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν (ήτοι ως χρώμα άλυκον, το εις το λευκοειδές κλίνον), ως χιόνα λευκανώ (ήτοι πολλά λευκάς ποιήσω αυτάς)· εάν δε ώσιν ως κόκκινον (ήτοι ως χρώμα αιματοειδές και βαθύ), ως έριον λευκανώ (ήτοι ολιγώτερον θέλω τας λευκάνει)» (Ησ. α΄ 18). Σχίσας λοιπόν ο Χριστός με την Ράβδον του Σταυρού του την ερυθράν αμαρτίαν, ημάς μεν τους νέους Ισραηλίτας τους ακολουθούντας αυτώ, διεπέρασεν εις την έρημον της αμαρτίας: ήτοι εις την απάθειαν· τον δε Φαραώ: ήτοι τον Σατανάν, και τα δαιμονικά αυτού άρματα, και τους τριστάτας κατεβύθισεν. Άρματα μεν ουν λέγονται οι Δαίμονες όχι ότι έχουν κανένα αρμόδιον και εύτακτον. Πάντα γαρ τα των Δαιμόνων είναι άτακτα και ανάρμοστα· αλλά λέγονται άρματα, δια την έπαρσιν αυτών και την υπερηφάνειαν, υπό της οποίας κυριευθέντες, εκρημνίσθησαν από τους ουρανούς. Τριστάται δε ονομάζονται οι Δαίμονες, διότι πολεμούσι τα τρία μέρη της ψυχής του ανθρώπου, το επιθυμητικόν, λέγω, το θυμικόν και το λογιστικόν, κατά την ερμηνείαν του πτωχού Προδρόμου. Ου μόνον δε τον Ειρμόν τούτον επροσάρμοσεν ο Μελωδός εις την εορτήν του Σταυρού· αλλά και το ακροτελεύτητον του Ειρμού: ήτοι το «διο Χριστώ άσωμεν τω Θεώ ημών, ότι δεδόξασται». Κατά τον αυτόν Πρόδρομον δε, άσωμεν, λέγει, εις Χριστόν τον Θεόν ημών, διότι δεδόξασται: ήτοι εσταυρώθη. Εάν γαρ δόξα του Χριστού και είναι και λέγεται ο Σταυρός, λοιπόν και το σταυρωθήναι εμπορεί να ονομασθή δοξασθήναι. Όθεν ο Κύριος ερχόμενος εις το πάθος του Σταυρού, έλεγε «νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου» (Ιω. ιδ: 31). Ου μόνον δε δόξα του Χριστού ονομάζεται ο Σταυρός. Αλλά και αρχή, ως γέγραπται παρά τω Ησαϊα «ου η αρχή εγενήθη επί του ώμου αυτού» (Ησ. θ:6). Όπερ ερμηνεύων ο Θεολόγος Γρηγόριος, λέγει «Τω γαρ Σταυρώ συνεπαίρεται» (λογ. εις την Χριστού γέννησιν) : ήτοι ο Σταυρός, ον εβάστασεν ο Κύριος εις τον ώμον Του, αυτός εγενήθη εις Αυτόν αρχή τουτέστιν εξουσία. «Εδόθη μοι» γαρ, φησι μετά το πάθος και την ανάστασιν ο γλυκύς Ιησούς, «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. κη: 18). Ήθελε δε απορήση τινάς, δια τι ο Θεολόγος δεν είπεν, ότι τω Σταυρώ επαίρεται ο Χριστός, αλλά συνεπαίρεται; Ούτω γαρ και ο Δαμασκηνός Ιωάννης είπεν εν τω Β΄ ήχω «εν τη κυπαρίσσω, ως ηυδόκησας, και τη πεύκη και κέδρω, σαρκί συνανυψούμενος». Ταύτην την απορίαν λύων ο Ζωναράς εν τη ερμηνεία του ανωτέρω Τροπαρίου, λέγει «ουκ είπε δε ανυψούμενος (πρόσθες και επαιρόμενος), αλλά τη σαρκί συνανυψούμενος (και τω Σταυρώ συνεπαιρόμενος)· αλλά τη σαρκί συνανυψούμενος (και τω Σταυρώ συνεπαιρόμενος)· της του Λόγου γαρ σαρκός ανυψουμένης, και πασχούσης εν τω Σταυρώ, αυτός ο Λόγος υψούσθαι λέγεται, και τη σαρκί συναωυψούσθαι, τα της σαρκός οικειούμενος, δια το μίαν είναι την υπόστασιν, μετά την σάρκωσιν του Λόγου και της σαρκός· άλλώς τε και της Θεότητος αυτού εκφαινομένης δια των εν τω πάθει γεγονότων τεραστίων, και εκλαμπούσης, δόξα εγίνετο ο Σταυρός του Λόγου και ύψωσις· ουχ΄ ως αυτού δόξαν μείζονα προσλαμβάνοντος, αλλ΄ ως εν ημίν της δόξης αυτού αυξούσης τε και υψουμένης δια των τελουμένων θαυμασίων εν τω Σταυρώ. Εν κυπαρίσσω δε και πεύκη και κέδρω είπεν: ήτοι εν τω ξύλω του Σταυρού· εκ τούτων γαρ των τριών συγκείσθαι φασί τον Σταυρόν». Λέγει δε και ο Αλεξανδρείας Κύριλλος, ερμηνεύων το ανωτέρω ρητόν του Ησαϊου. Έοικε δε τον ώμον ο προφητικός ημίν εν τούτοις λόγος την Ισχύν βούλεσθαι δηλούν· πάσα γαρ ημών Ισχύς εν βραχίοσί τε και ώμοις. Ήρξε τοίνυν της υπ΄ ουρανόν δια της εαυτού δυνάμεως ο Χριστός· Ισχύς γαρ εστι του Θεού και Πατρός. Ποίον δε ωφέλιμον νόημα εμπορείς να κερδήσης, συ αγαπητέ, από τον Ειρμόν τούτον; άκουσον· Θάλασσα ερυθρά είναι η παρούσα ζωή. Αιγύπτιοι δε και Φαραωνίται είναι οι πονηροί Δαίμονες. Άνεμοι δε οι ταράσσοντες την ζωήν ταύτην, είναι αι προσβολαί των βλασφήμων και αισχρών και πονηρών λογισμών, με τους οποίους οι Δαίμονες ταράττουσι το τριμερές της ψυχής μας: ήτοι το λογιστικόν, το επιθυμητικόν, και το θυμικόν. Κύματα δε της Θαλάσσης ταύτης, είναι οι διάφοροι πειρασμοί και αι περιστάσεις και θλίψεις, όπου ακολουθούν εις την ζωήν ταύτην. εάν λοιπόν, συ αγαπητέ, μεταχειρίζεσαι ως άρμα δυνατόν, τον Σταυρόν του Κυρίου, δύνασαι να διαπεράσης μεν ακινδύνως την ζωήν, ταύτην, να καταποντίσης δε και αφανίσης τους νοητούς Αιγυπτίους και Φαραωνίτας Δαίμονας, όπου σε διώκουν και σε πολεμούν. Όθεν εάν, συ αδελφέ, μαγευθής από τινα κακότροπον άνθρωπον, μη φοβηθής· αλλά ποίησον το σημείον του τιμίου Σταυρού, και λύεται η φαρμακεία των Δαιμόνων. Ούτω βεβαιοί ο μέγας Αθανάσιος, λέγων, «τω σημείω του Σταυρού πάσα μαγεία παύεται» (λόγω περί της ενσαρκώσεως του Θεού Λόγουθ). Και ο ιερός Επιφάνιος «ένθα όνομα Χριστού, και σφραγίς Σταυρού, ουκ ίσχυσε φαρμακείας δύναμις» (Αιρέσ. 1 Βιβλ. α΄). Εάν σε πολεμούν οι εχθροί Δαίμονες με καμμίαν αμαρτίαν, μη φοβηθής· αλλά σφράγισον τον εαυτόν σου με το σημείον του Σταυρού, καθώς σε συμβουλεύει να κάμνης ο θείος Χρυσόστομος, λέγων «πιστή ει; Σφράγισον σεαυτόν και ειπέ: «Τούτο έχω το όπλον μόνον· Τούτο το φάρμακον· άλλο δε ουκ οίδα» (ομιλ. η΄ εις την προς Κολασ.). Αλλ΄ εάν και το παιδίον σου πάσχη και ασθενή, σφράγισον αυτό με τον τύπον του ζωηφόρου Σταυρού. Και άλλο τι να μη κάμης εις αυτό κατάτον αυτόν Χρυσορρήμονα «δέον μηδέν έτερον τω παιδί περιτιθέναι, αλλ΄ ή την από του Σταυρού φυλακήν» (Ομιλ. ιβ εις την προς Κορινθίους α΄). Και πάλιν ο αυτός Χρυσορρήμων παραγγέλει εις τους γονείς, ότι από την πρώτην ηλικίαν των τέκνων των να τα μανθάνουν να κάμνωσι τον Σταυρόν· και προ του αυτά να δύνωνται να τον κάμνουν, να πιάνουν οι γονείς τας χείρας αυτών των παιδίων, και να τυπώνουν τον Σταυρόν εις το μέτωπον και εις όλον το σώμα των. Ούτω γαρ φησι «Μη ταύτα, μη αδελφοί· αλλ΄ εκ πρώτης ηλικίας, πνευματικοίς περιφράττετε όπλοις τα παιδία, και τη χειρί παιδεύετε σφραγίζειν το μέτωπον. Και πριν ή δυνηθήναι τη χειρί τούτο ποιείν, αυτοί εντυπούτε αυτοίς τον Σταυρόν» (Λόγω ιγ΄ εις την α΄ προς Κορινθίους). Και για να είπω καθολικώς, εις κάθε περίστασιν, όπου σοι ακολουθήσει, μη φοβηθής· αλλά ποίει την σφραγίδα του Σταυρού, και θέλεις ελευθερωθή. Ούτω γαρ και οι παλαιοί εκείνοι Χριστιανοί συνεχώς εποίουν τον Σταυρόν εις τον εαυτόν των, και ούτω συνειθίσαντες δεν εχρειάζοντο πλέον δια να τους ενθυμήση τινάς περί τούτου. Καθώς ο αυτός Χρυσορρήμων λέγει «εν συνηθεία πολλοί κατέστησαν του σφραγίζειν εαυτούς, και ουκέτι δέονται του υπομιμνήσκοντος» (Ομιλ. Ζ΄ εις την β΄ προς Τιμόθεον).

Δεν υπάρχουν σχόλια: