Ταις των Αγίων Σου πρεσβείαις… -- του αειμνήστου Σεργίου Σάκκου Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία, κατανοώντας την ανάγκη μας για στηριγμό και συνεπικουρία στην καθημερινή ζωή, μάς προσφέρει πλούτο πολύτιμο και δωρεά μυριάκριβη τους αγίους τής πίστεως. Είναι οι μεγάλοι μας αδελφοί, που προπορεύθηκαν και έτρεξαν πριν από μας το δρόμο. Στεφανωμένοι τώρα και ένδοξοι στη θριαμβεύουσα Εκκλησία, υμνούν και ευχαριστούν τον άγιο Θεό και συγχρόνως δεν παύουν να νοιάζονται και να προσεύχονται για μας, τα μέλη τής στρατευομένης. Είναι οι άγιοι οι ευλογημένοι συνεργοί του Θεού και δικοί μας πρεσβευτές προς Αυτόν. Ο πανάγαθος και παντοδύναμος Θεός, που δημιούργησε τα σύμπαντα με τον πανσθενουργό λόγο του, για τη δημιουργία της καινής κτίσεως, της Εκκλησίας, ζήτησε και πήρε συνεργάτες. Είναι όλοι οι προφήτες και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης, οι απόστολοι και οι άγιοι τής Καινής Διαθήκης, οι πατέρες, οι διδάσκαλοι και οι ποιμένες τής Εκκλησίας, οι μάρτυρες, οι όσιοι, οι ομολογητές. Είναι γενικά οι άνθρωποι του Θεού σε κάθε εποχή, με κορυφαία την πρώτη και μοναδική στη χορεία των συνεργατών του Θεού, την Παναγία Μητέρα του, που έγινε και δική μας μητέρα, ελπίδα, σκέπη, προστασία και «πρεσβεία θερμή» προς τον Κύριο.

O Μέγας Στρατηγός - Λυκούργος Αγγελόπουλος


ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Τροπάριον.

Συντηρώμεθα χάριτι, πιστοί και σφραγίδι· ως γαρ όλεθρον έφυγον, φλιάς Εβραίοι πάλαι αιμαχθείσης, ούτω και ημίν εξόδιον το θείον τούτο, της παλιγγενεσίας λουτήριον έσται· ένθεν και της Τριάδος, οψόμεθα φως το άδυτον.

Ερμηνεία.

Το Τροπάριον τούτο είναι ως επίλογος και σφραγίς όλου του Κανόνος· όθεν με αυτό παρακινεί ο Μελωδός τους Χριστιανούς όπου εβαπτίσθησαν, να φυλάττουν την χάριν του Βαπτίσματος καθαράν και αμόλυντον. Λέγει δε ούτω· ω αδελφοί μου Χριστιανοί, ας φυλαττώμεθα καθαροί από αμαρτίας με την χάριν και σφραγίδα όπου ελάβομεν του αγίου Βαπτίσματος· διότι καθώς το παλαιόν οι Έβραίοι έφυγον και εγλύτωσαν από τον Άγγελον τον ολοθρευτήν των πρωτοτόκων, επειδή εσημειώθη με το αίμα του αμνού (του εικονίζοντος τον Χριστόν) το ανώφλιον της θύρας του οίκου αυτών, και ούτω διαπεράσαντες αβλαβείς την ερυθράν θάλασσαν, ηλευθερώθησαν από την σκλαβίαν των Αιγυπτίων, και επήγαν εις την γην της επαγγελίας· τοιουτοτρόπως και εις ημάς τους βεβαπτισμένους Χριστιανούς το θείον τούτο λουτρόν της αναγεννήσεως (το άγιον Βάπτισμα) θέλει γένη εξόδιον: τουτέστιν έξοδος και διάβασις από την σκοτεινήν ταύτην ζωήν και Αίγυπτον της αμαρτίας, και από την αλμυράν θάλασσαν της ασεβείας εις την φωτεινήν ζωήν, εις την γλυκύτητα της αρετής και χάριτος, και εις την άνω Ιερουσαλήμ, όπου θέλομεν αξιωθή να βλέπωμεν το ανέσπερον φως της ζωαρχικής και υπερουσίου Τριάδος, εις της οποίας το όνομα (το οποίον είναι η μία θεότης, κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον) εβαπτίσθημεν. Εκείνοι γαρ όπου φεύγουσιν από την Αίγυπτον (ήτις ερμηνεύεται σκοτία), ακολούθως οικείον έχουσι το να φωτίζωνται εκ Θεού. Επαρωμοίασε δε ο Μελωδός το Βάπτισμα με το αίμα του αμνού του προτυπούντος τον Χριστόν· διότι το Βάπτισμα περιέχει και το αίμα του Χριστού: ήτοι τον Σταυρόν και τον θάνατον· λέγει γαρ: «Όσοι εβαπτίσθημεν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν» (Ρωμ. στ: 3). Και όρα περί τούτου την ερμηνείαν του Ειρμού του παρόντος Κανόνος, του οποίου η αρχή Ιησούς ο ζωής αρχηγός. Ο δε ανώνυμος εξηγητής το «εξόδιον» ενόησεν αντί του «εν ώρα θανάτου» λέγων, το άγιον Βάπτισμα θέλει γένη εις ημάς λουτήριον εν τω καιρώ της εξόδου (του θανάτου) σφραγίζον την ψυχήν και το σώμα μας, αν φυλάξωμεν αυτό καθαρόν και αμόλυντον δια χριστιανικής πολιτείας, και δια της εργασίας των ζωοποιών εντολών του Κυρίου. Το Παράδειγμα δε τούτο έλαβεν ο Μελωδός από το βιβλίον της Εξόδου, όπου γράφεται «Και λήψονται από του αίματος (του αμνού), και θήσουσιν επί των δύο σταθμών, και επί την φλιάν εν τοις οίκοις, εν οις αν φάγωσιν αυτό εν αυτοίς» (Έξ. ιβ: 7). Και πάλιν: «Και έσται το αίμα υμίν εν σημείω επί των οικιών, εν αις υμείς εστέ εκεί, και όψομαι το αίμα και σκεπάσω υμάς· και ουκ έσται εν υμίν πληγή του εκτριβήναι, όταν παίω εν γη Αιγύπτω» (αυτόθι 13). Άμποτε δε και ημείς οι ψάλλοντες και αναγινώσκοντες και ακούοντες τον παρόντα Κανόνα να φυλάξωμεν καθαρόν και αμόλυντον το άγιον Βάπτισμα δια της αποχής μεν και αποστροφής και μίσους κάθε αμαρτίας, δια της φυλακής δε των του Χριστού εντολών και εναγκαλίσεως και αγάπης όλων των αρετών. Καθώς γαρ, αφ΄ ου ο Χριστός ανέστη εκ των νεκρών, θάνατος αυτού δεν κυριεύει· ούτω και ημείς, ύστερον αφ΄ ου εβαπτίσθημεν και από την αμαρτίαν ηλευθερώθημεν, ήτις είναι θάνατος της ψυχής, πρέπει να σπουδάζωμεν, ίνα μη πάλιν κυριευθώμεν από αυτήν. Όθεν είπεν ο της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος: «Καθάπερ ο Κύριος, όπερ απέθανε τη αμαρτία, απέθανεν εφάπαξ, ο δε ζη, ζη διηνεκώς τω Θεώ· και ώσπερ αυτός είπεν, ότι έρχεται ο άρχων του Κόσμου τούτου, και εν εμοί ευρήσει ουδέν· ούτω και ημίν τοις εις τον αυτού θάνατον βεβαπτισμένοις οφείλεται ίνα ο άρχων του σκότους ερχόμενος και ζητών ουδέν εν ημίν ευρίσκη των αρεσκόντων αυτώ. Και καθάπερ Χριστού εκ των νεκρών αναστάντος, θάνατος αυτού ουκ έτι κυριεύει· ούτω δει και ημάς μετά την δια του θείου Βαπτίσματος εκ του πτώματος της αμαρτίας ανάστασιν, σπεύδειν μηκέτι κρατηθήναι τη αμαρτία· όσοι γαρ, φησίν, εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν. Συνετάφημεν ουν αυτώ δια του Βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα, ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Λόγος περί των κατά το Βάπτισμα λελουμένων). Επειδή κατά αλήθειαν λύπης πολλής είναι άξιον, ημείς όπου ηξιώθημεν να λάβωμεν το κατά Χριστόν Βάπτισμα, το οποίον είναι ασυγκρίτως ανώτερον του κατά τον Πρόδρομον Ιωάννην Βαπτίσματος, να μη φυλάττωμεν ουδέ εκείνας τας παραγγελίας όπου έδιδεν ο Πρόδρομος εις τους ερχομένους να βαπτισθούν το ιδικόν του βάπτισμα, αι οποίαι, ήσαν το να μη κάμνουν τι παρά το διατεταγμένον, ο δηλοί το δίκαιον· το να μη διασείουν τινά, μηδέ να συκοφαντούν, ο δηλοί την αγάπην· το να δίδουν οι έχοντες δύο χιτώνας τον ένα από αυτούς εις τους μη έχοντας· ομοίως και οι έχοντες φαγητά και πιοτά να δίδουν εις εκείνους όπου δεν έχουν, το οποίον δηλοί την ελεημοσύνην. Όθεν ο αυτός θείος Γρηγόριος δεινοπαθών περί τούτου έλεγεν: «Εγώ δε ταύτα προς υμάς λέγων, αδελφοί, ου μετρίως οδυνώμαι την ψυχήν, αναλογιζόμενος, πως ημείς οι καταξιωθέντες εκ πολλού του κατά Χριστόν Βαπτίσματος ουδέ εκείνα κατωρθώσαμεν, άπερ απήτει ο Ιωάννης τους προσιόντας τω ιδίω Βαπτίσματι· καίτι τοσούτον διαφέρει του διδομένου τότε παρά του Ιωάννου το του Κυρίου Βάπτισμα, ου ημείς κατηξιώθημεν, όσον του ύδατος η χάρις του θείου Πνεύματος» (αυτόθι). Εάν όμως συμβή να αμαρτήσωμεν και να μολύνωμεν το άγιον Βάπτισμα από συνεργίαν του πονηρού και αμέλειαν ιδικήν μας, έχομεν έτοιμον το πέμπτον Βάπτισμα* το της μετανοίας δηλαδή, το οποίον τελειούται δια δακρύων, δι΄ εξομολογήσεως και δι΄ ατιμοτέρας αγωγής: ήτοι κακοπαθείας και ταπεινωμένης ζωής, κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον. Όθεν δια του Βαπτίσματος τούτου και δια των δακρύων ας αποπλύνωμεν, αδελφοί, ας αποπλύνωμεν τας ακαθαρσίας και τουθς μολυσμούς όπου ελάβομεν εκ της αμαρτίας, και ας ανακαλέσωμεν πάλιν την χάριν του αγίου Βαπτίσματος. Όθεν είπεν Ιωσήφ ο Βρυέννιος: «Καθάπερ υετού καταρρυέντος σφοδρού, αιθρία γίνεται καθαρά, ούτω και δακρύων καταφερομένων, γαλήνη γίνεται και ευδία, και το εκ των αμαρτημάτων αφανίζεται σκότος· και ώσπερ εξ ύδατος και Πνεύματος αναγεννώμεθα την πνευματικήν γέννησιν, ούτως από δακρύων και εξομολογήσεως καθαιρόμεθα πάλιν» (Λόγω εις τα Θεοφάνεια). Και ο μεν Θηκαράς εν τοις ύμνοις ελεεινολογεί τον εαυτόν του, πότε θέλει αξιωθή να χύση τόσα πολλά δάκρυα, ώστε να ισομετρηθούν με το ύδωρ του Βαπτίσματος δια να λουσθή εις αυτά· ο δε θείος Γρηγόριος ο Νύσσης λέγει, ότι το δάκρυον δεν ισομετρείται με το πλήθος του ύδατος του Βαπτίσματος, αλλ΄ έχει την ίσην δύναμιν με το Βάπτισμα· ούτω γαρ φησί: «Και δάκρυον στάξαν ισοδυναμοί τω λουτρώ (τω βαπτίσματι), και στεναγμός επίμοχθος επανάγει την χάριν προς ολίγον αναχωρήσασαν» (Λόγος περί μετανοίας). Ας σπουδάσωμεν δε να καθαρίσωμεν την καρδίαν μας από τα πάθη, τα οποία κατέχωσαν την χάριν του αγίου Βαπτίσματος, καθώς και η στάκτη καταχώνει τον αναμμένον σπινθήρα· ίνα ευρόντες εν τη καρδία μας τον της χάριτος θησαυρόν όπου απωλέσαμεν, χαρώμεν χαράν πνευματικήν τε και ανεκλάλητον εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών τω εν Ιορδάνη βαπτισθέντι· ω η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι εις τους αιώνας. Αμήν.


*Πέμπτον Βάπτισμα ονομάζεται το της μετανοίας από τον Θεολόγον Γρηγόριον· επειδή κατά τον ίδιον, πρώτον Βάπτισμα είναι το του Μωϋσέως, το οποίον είχε πρόσκαιρον κάθαρσιν· δεύτερον το του Προδρόμου, το εις μετάνοιαν γινόμενον· τρίτον το του Κυρίου, το εν Πνεύματι Αγίω γινόμενον, όπερ είναι η τελειότης· τέταρτον το δια μαρτυρίου και αίματος, όπερ εστί των άλλων αιδεσιμώτερον, όσω δευτέροις ρύποις ου μολύνεται· και πέμπτον το της μετανοίας, ως είρηται (Λόγος εις τα Φώτα). Ο δε θείος Ιωάννης ο Δαμασκηνός προσθέτει και άλλα τρία, το του κατακλυσμού εις εκκοπήν της αμαρτίας γενόμενον, ο και πρώτον τω χρόνω· το δια της ερυθράς θαλάσσης και της νεφέλης· σύμβολον γαρ ήτον η θάλασσα του ύδατος, και η νεφέλη, του Πνεύματος, ο και δεύτερον τω χρόνω· και το του μέλλοντος πυρός της γεέννης, το οποίον σωτήριον ουκ έστιν, αλλά της μεν κακίας αναιρετικόν, κολάζον δε ατελεύτητα (Βιβλίο Δ΄ κεφάλαιον πστ΄ της Θεολογίας).

O Συναξαριστής της ημέρας.

Τετάρτη, 18 Φεβρουαρίου 2015

Λέοντος πάπα Ρώμης, Αγαπητού επισκόπου Σινάου, του ομολογητού.

Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ρώμη περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας (450 – 457 μ.Χ.). Διετέλεσε διάκονος τῶν Ἐπισκόπων Ρώμης Καλλίστου καὶ Σίξτου (432 – 440 μ.Χ.) καὶ ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀρετῆς, τῆς συνέσεως καὶ τῆς καθαρότητας τοῦ βίου του χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ρώμης στὶς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 440 μ.Χ. Κατὰ τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Χαλκηδόνα, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., προσέφερε μεγάλη ὑπηρεσία στὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια διὰ τῆς ἐνεργοῦ καὶ φωτισμένης συμβολῆς του. Ἀπέστειλε σὲ αὐτὴν τέσσερις ἀντιπροσώπους του, ἡ δὲ ἐπιστολὴ τὴν ὁποία ἀπηύθυνε πρὸς τὴ Σύνοδο καθόριζε μὲ ὅλη τὴν ἀκρίβεια καὶ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε σὲ βαθὺ γῆρας στὶς 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. μὲ εἰρήνη καὶ ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Χάριν της αληθείας :

«ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΙΣ» ΠΟΝΗΡΑΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΟΣ

ΤΟΥ κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗ

....ἀπὸ τὴν οἰκουμενιστικὴ – ληστρικὴ σύνοδο(!!!) τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία («ἁγιοκατάταξη»), ἀποτελεῖ τὴν συνέχεια μίας σειρᾶς «ἁγιοκατατάξεων», ποὺ ἔχουν ὑπόβαθρο τὶς οἰκουμενιστικὲς πονηρὲς σκοπιμότητες αὐτῶν ποὺ τὶς πραγματοποίησαν. καὶ ἀφοροῦν παράλληλα καὶ τὸν γέρονται Πορφύριο τὸν Καυσοκαλυβίτη καὶ  τὸν γέροντα Ἰουστίνο Πόποβιτς.


σ.σ. Ο Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) είχε κάνει αποτείχιση:

Ο δρόμος της ευτυχίας -- του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως

http://agiooros.org/viewtopic.php?f=4&t=10537

Τίποτα δεν είναι μεγαλύτερο από την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτα. Λέει ο Θεός γι’ αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά: «Θα κατοικήσω ανάμεσά τους και θα πορεύομαι μαζί τους. Θα είμαι Θεός τους, κι αυτοί θα είναι λαός μου». (Β’ Κορ. 6, 16). Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι απ’ αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι; Δεν βρίσκονται όλα τ’ αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες ψυχές τους; Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ’ αλήθεια, τίποτα! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο το Θεό! Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και στα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ’ όλες τις χλιδές και ματαιότητες, που κατάληξή τους έχουν την πίκρα!

ΚΡΑΤΩΝ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ --- του αειμνήστου Στεργίου Σάκκου Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Γνώρισμα ζωής και πλούτος ακριβός του ανθρώπου η Ελπίδα. Ανάσα της ψυχής του όχι απλώς ισάξια, αλλά αναγκαιότερη από του σώματος την ανάσα. Την θαύμασαν όλοι από τα πανάρχαια χρόνια. Την απεικόνισαν με χρώματα εξαίσια οι ζωγράφοι. Της έπλεξαν εγκώμια και ύμνους οι ποιηταί. Εμβάθυναν στο νόημά της οι σοφοί. Μα και τους απλούς ανθρώπους συγκίνησε η παρουσία της. Την καμάρωσαν ως την πολυτιμότερη περιουσία τους εκείνοι, που αισθάνθηκαν να τους φουσκώνει τα στήθη το χαρούμενο φτερούγισμά της κι ένιωσαν διπλά έρημοι και δυστυχισμένοι εκείνοι, που στερήθηκαν τη συντροφιά της.