Τὸ ἁµάρτηµα τῆς διπροσωπίας -- του Πρεσβ. ∆ιονυσίου Τάτση

Εἶναι δύσκολο νά γνωρίσεις ἕνα ἄνθρωπο πραγματικά. Νά μάθεις τό χαρακτήρα του, τή νοοτροπία του καί τίς σταθερές του ἐπιλογές στή ζωή, χωρίς νά παρασυρθεῖς ἀπό τά φαινόμενα, τίς φῆμες καί τίς διαδόσεις. Πρόσθετη δυσκολία εἶναι καί ἡ ὑποκρισία πού ἐμφανίζεται στούς περισσότερους ἀνθρώπους. Δυστυχῶς οἱ ἐκδηλώσεις τῶν ἀνθρώπων δέν εἶναι εἰλικρινεῖς. Νοθεύονται ἀπό τήν ψεύτικη εὐγένεια καί τήν ὑποκρισία. Ἔτσι οἱ ἐχθροί μας ἔγιναν δυσδιάκριτοι καί συχνά βρίσκονται στή θέση τῶν φίλων! Ἡ διπροσωπία στό μεγαλεῖο της. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος θεωροῦσε τή διπροσωπία ἐπικίνδυνη καί φοβερότερη ἀπό ὅλους τούς ἐχθρούς. «Γιατί οἱ μέν ἐχθροί εἶναι φανεροί καί ὁρατοί, καί γι᾿ αὐτό εὔκολα προ- φυλάσσεται κανείς ἀπό αὐτούς· αὐτοί ὅμως, παρουσιάζοντας ἄλλο προσωπεῖο ἀπό ἐκεῖνο πού εἶναι στήν πραγματικότητα, γίνονται πάρα πολύ δύσκολα ἀντιληπτοί ἀπό ἐκείνους τούς ὁποίους ἐπιβουλεύονται, καί εἶναι πολύ πιό ἐπικίνδυνοι ἀπό ἐκείνους πού κρύβουν τά ξίφη τους». Ἡ διπροσωπία εἶναι μεγάλη ἁμαρτία. Πολλοί χριστιανοί τή συγχέουν μέ τήν εὐγένεια καί δέν ἀνησυχοῦν, γι᾿ αὐτό καί τή χρησιμοποιοῦν. Δέν εἶναι εὔκολο νά ἐπικοινωνήσεις μαζί τους, γιατί δέν εἶναι αὐτό πού φαίνονται, ἐπειδή φορᾶνε μάσκα. Μέσα τους δέν ἔχουν τίποτα. «Εἶναι ἔρημοι ἔργων ἀγαθῶν». Φαίνονται σεμνοί, γιατί φοροῦν τή μάσκα τῆς εὐλάβειας καί ἄκακοι, γιατί παρουσιάζονται μέ προβιά. Τούς ἐνδιαφέρει νά ἐντυπωσιάζουν καί νά παραπλανοῦν τούς ἄλλους.
Οἱ ἅγιοι ὅμως ἀπέφευγαν τήν ὑποκρισία. Ἀναφέρουμε γιά παράδειγμα τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος «εἶχε πάντοτε τό φρόνημα, ὅτι δέν κάνει κάτι, γιά ν᾿ ἀποσπάσει τή δόξα ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων, καί ὅτι δέν κρύβει τίποτε σχετικό μέ τόν ἑαυτόν του». Ὁ διπρόσωπος εἶναι ἀκατάστατος στή ζωή του. Δέν ἔχει ἦθος καί σταθερές ἀρχές, γι᾿ αὐτό καί μεταβάλλεται συνεχῶς. Ἄστατος σέ ὅλες του τίς ἐνέργειες, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος (α΄ 8). Καί ὄχι μόνο αὐτό. Ὁ δίγνωμος εἶναι βαθύτατα ἁμαρτωλός καί πρέπει νά καθαρίσει τήν καρδιά του,γιά νά πετύχει τή σωτηρία του. Νά ξεριζώσει κάθε ἁμαρτωλή ἐπιθυμία καί νά στραφεῖ στό δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ διπροσωπία εἶναι ὀλέθρια γι᾿ αὐτόν πού τήν ἔχει. Κανένας δέν μπορεῖ νά ἐργαστεῖ πνευματικά καί νά προοδεύσει, ἐάν προηγουμένως δέν ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς ἁμαρτωλές πράξεις καί τίς ἔνοχες ἐπιθυμίες. Αὐτό τόνισε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅταν κάποτε παρουσιάστηκε μπροστά του ἕνας πού ἤθελε νά τόν ἀκολουθήσει, ἀφοῦ προηγουμένως θά πήγαινε στό σπίτι του, γιά νά ἀποχαιρετήσει τούς οἰκείους. Ὁ Χριστός τοῦ ἀπάντησε μέ ἕνα παράδειγμα ἀπό τή γεωργική ζωή: «Ὅποιος βάζει τό χέρι του στό ἀλέτρι καί κοιτάζει πρός τά πίσω, δέν εἶναι κατάλληλος γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λουκ, θ΄ 62). Οἱ διπρόσωποι εἶναι ἄξιοι καταδίκης. Τό βλέπουμε αὐτό στήν σκληρή τιμωρία τοῦ Ἀνανία καί τῆς γυναίκας του Σαπφείρας, γιατί δέν ἦταν εἰλικρινεῖς ἀπέναντι στόν ἀπόστολο Πέτρο. Ἐνῶ εἶχαν πουλήσει ἕνα κτῆμα τους, δέν φανέρωσαν τό πραγματικό ἀντίτιμο στόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά χρησιμοποιηθεῖ στήν κοινή ζωή τῶν πρώτων χριστιανῶν. Γι᾿ αὐτό καί τιμωρήθηκαν μέ αἰφνίδιο θάνατο (Πράξ. ε΄ 1-11). Ὁ διπρόσωπος εἶναι διχοτομημένος ψυχικά. Ἔχει δυό πρόσωπα, δυό ὄψεις. Εἶναι ἀνειλικρινής, δόλιος καί πανοῦργος. Θέλει νά δουλεύει καί στό Θεό καί στό διάβολο! Στό Θεό ὑποκριτικά καί στό διάβολο πραγματικά. Εἶναι ἀξιοθρήνητη ἡ κατάστασή του. Ἰσχύει καί γι᾿ αὐτόν ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Χριστός γιά τόν ἄνθρωπο πού θέλει νά εἶναι δοῦλος καί στό Θεό καί στό μαμωνά, δηλ. τό χρῆμα: «Κανείς δέν μπορεῖ νά εἶναι δοῦλος σέ δύο κυρίους· γιατί ἤ θά μισήσει τόν ἕνα καί θά ἀγαπήσει τόν ἄλλο, ἤ θά στηριχτεῖ στόν ἕνα καί θά περιφρονήσει τόν ἄλλο. Δέν μπορεῖ νά εἶστε δοῦλοι καί στό Θεό καί στό χρῆμα» (Ματθ. στ΄ 24). Ὁ συνειδητός χριστιανός ἀποφεύγει τή διπροσωπία. Ἀρνεῖται ὁποιαδήποτε μάσκα, δέν θέλει τίς ἐντυπώσεις τῶν ἄλλων καί ἐμφανίζεται πάντα αὐτός πού εἶναι, μέ τίς ἀρετές του ἀλλά καί τίς ἀδυναμίες του. Γι᾿ αὐτό τόν χαίρονται ὅσοι τόν γνωρίζουν, τόν σέβονται καί τόν ἐκτιμοῦν, καί γίνεται τό πρότυπό τους. Μένει σταθερός πάντα δέν ἑλίσσεται καί ἀποφεύγει νά συγχρωτίζεται μέ ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τήν Ἐκκλησία ἤ εἶναι ἐχθροί της. Τηρεῖ αὐτό πού ζητοῦσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπό τούς Κορινθίους: «Μή κάνετε ἀταίριαστους δεσμούς μέ ἀπίστους. Γιατί ποιά σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ δικαιοσύνη μέ τήν ἀνομία; ἤ τί κοινό ὑπάρχει ἀνάμεσα στό φῶς καί στό σκοτάδι. Ποιά συμφωνία μπορεῖ νά γίνει ἀνάμεσα στό Χριστό καί στό Διάβολο; ἤ τί ἔχει νά μοιράσει ὁ πιστός μέ τόν ἄπιστο;» (Β΄ Κορ. στ΄ 14-15).

Δεν υπάρχουν σχόλια: