ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ «ΕΝΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»

(Περιοδικό ¨Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ¨ Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1994)

Προ μηνών ο γνωστός πνευματικός της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανός απεκήρυξε τον οικουμενισμόν του νέου ημερολογίου και προσεχώρησε εις την Εκκλησίαν του παλαιού, αφού διεπίστωσε και εμπράκτως τις κακοδοξίες των σημερινών επισκόπων της «Ορθοδοξίας». Αυτό, ως ήτο φυσικόν, δεν άρεσε σε πολλούς του νέου ημερολογίου, κληρικούς και λαϊκούς θεολόγους, καθότι ελέγχει την πορεία τους και τους αφήνει ακάλυπτους ενώπιον των πνευματικών τους τέκνων, τα οποία δικαίως θα διερωτώνται τι συμβαίνει.                                               
Δια τούτο το περιοδικόν «ο Σταυρός» έγραψε εκτενές σχόλιο (Αύγ. 94, σελ. 134) παρατηρών δια τον π. Ανδριανόν ότι «δεν εξήντλησε τα μέσα». Κατά την γνώμην του συντάκτου έπρεπε προτού διακόψει κοινωνίαν με την Εκκλησίαν του νέου «να έστελνε εγκυκλίους επιστολάς προς τους απανταχού γης ευρισκομένους χριστιανούς, στις οποίες θα στηλίτευε την απόκλισι προς τον οικουμενισμόν των προσώπων εκείνων που θα έπρεπε να είναι φρουροί της ορθοδόξου πίστεως». Η πρότασις του συντάκτου περί γραπτής διαμαρτυρίας εφηρμόσθη κατά κόρον από τους αγωνισθέντας προ ικανών ετών κατά της κακοδοξίας, και ουδέν αποτέλεσμα έφερε· μόνο η διακοπή κοινωνίας τους ενοχλεί και τους αποκαλύπτει. Έτσι ο π. Ανδριανός προτίμησε την οδόν της πράξεως. Προς τούτο επεσκέφθη Αυστραλίαν και Καναδά όπου ανθεί ο απόδημος Ελληνισμός, προκειμένου να στηλιτεύση την αίρεσιν. Το αποτέλεσμα; Τον εξεδίωξαν αμέσως οι «ορθόδοξοι» αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι των περιοχών!  
                                                                                                   

Γι΄ αυτό, επειδή διεπίστωσε ότι έχουν πια πορωθή, κατά τον λόγον του θείου Παύλου, απεφάσισε να ασφαλισθή δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών.                                                                                         
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, τον οποίον αναφέρει «ο Σταυρός» ως αγωνιστήν «εντός της Εκκλησίας», μόνο δια το θέμα του παρανόμου γάμου του αυτοκράτορος εφήρμοσε οικονομίαν αρκούντως αυστηράν, διακόψας κοινωνίαν με όλους τους πρωταιτίους της μοιχοζευξίας και τους κοινωνούντας αυτοίς. Στην περίοδον όμως της εικονομαχικής αιρέσεως η διακοπή της κοινωνίας ήτο καθολική· ουδείς εικονόφιλος εκοινώνει με τους εικονομάχους, καθόσον τα μέτωπα ήσαν χωρισμένα και πας ομολογών πίστιν και σεβασμόν προς τας αγίας εικόνας εδιώκετο απηνώς. Και ταύτα μεν εις την εκκλησίαν του Βυζαντίου. Υπήρχον όμως άλλαι τοπικαί εκκλησίαι και πατριαρχεία που δεν μετείχαν της αιρέσεως και τα οποία εκοινώνουν με τους εικονοφίλους.                                                                        
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα της εικονομαχικής περιόδου. Η πενταρχία των πατριαρχείων και όλαι αι αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι κοινωνούν και συνεργάζονται μεταξύ των διώκουσαι τους ενισταμένους κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού. Συνεπώς η μόνη οδός που απομένει, δι΄ όποιον θέλει να μείνει αμέτοχος της αιρέσεως και κατακρίτου κοινωνίας, είναι η οδός της αποτειχίσεως και η κοινωνία του με τας εκκλησίας του παλαιού ημερολογίου. Την ανωτέρω στάσιν επικροτεί η πολιά της Ορθοδοξίας παράδοσις και οι ιεροί Κανόνες, οι οποίοι θεωρούν «αξίους τιμής» τους ούτως ενεργούντας!                                                      
Δυστυχώς οι συντάκται του «Σταυρού», παρά τα γραφέντα επί μίαν τριακονταετίαν, επιμένουν ότι μπορεί να είναι ορθόδοξοι, ως οι ομολογηταί του παρελθόντος, και συγχρόνως να κοινωνούν με όλας τας εκκλησίας που κακοδοξούν ή κοινωνούν με την κακοδοξίαν! Αυτό το αποκαλούν αγώνα «εντός των τειχών της Εκκλησίας», ενώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετον· ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός αληθείας! Και κάποιοι ηγούμενοι επί αγίου Θεοδώρου, έχοντες τα μοναστήρια τους και μνημονεύοντες των αιρετικών, ενόμιζον ότι πράττουν έργον θεάρεστον και διακριτικόν, ὀπως οι συντάκται του «Σταυρού», προς τους οποίους έγραψε ο Όσιος Πατήρ: «Και τώρα δέξαι με, τιμιώτατε πάτερ, ομιλούντα πιο ελεύθερα. Δεν τυγχάνεις εκτός ευθύνης, το να συλληφθής δηλαδή από ανθρώπους του βασιλέως και να παραμείνης παρά ταύτα ελεύθερος… Εάν η οσιότης σου ουδέν έπαθε εκ των ανωτέρω (των βασάνων δηλαδή που υπεβάλοντο οι πιστοί), μετά την σύλληψιν, συγχώρα με, αλλά επλανήθης αδελφέ. Και μη μου δικαιολογήσαι πως διατηρείς ασφαλείς τας εκκλησίας και τας αγιογραφίας των ναών, ως και το μνημόσυνον του πατριάρχου. Τα παρόμοια και άλλοι πεπτωκότες φλυαρούσιν. Τα ανωτέρω δεν δύνανται να διατηρηθούν, εκτός εάν εγένετο προδοσία της ορθοδόξου ομολογίας. Διότι σε παρακαλώ ποία η ωφέλεια, όταν εμείς που λεγόμεθα και είμεθα ναός Θεού έχουμε καταστραφή (δια της μη ομολογίας) με το να περιποιούμεθα αψύχους ναούς;…  Αλλοίμονον, άλλοι να αποθνήσκουν, άλλοι να εξωρίζονται, άλλοι να μαστιγώνονται, άλλοι να φυλακίζωνται, άλλους να φιλοξενούν τα όρη, αι ερημίαι, οι βράχοι και τα σπήλαια, και εμείς διαμένοντες στα σπίτια μας να νομίζωμεν ότι θα παραμείνωμεν αβλαβείς. Ουδόλως…                                                                                   
Ταύτα είπα από αγάπη προς σε και ως υπενθύμισιν, ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες είναι άξιοι τιμωρίας… (P.G. 99,  1365 AC).                                                                                  
Και προς τον ηγούμενον Θεόφιλον: «… Και συ, ω τρισάθλιε, εαλωκώς τη ψυχοφθόρω κοινωνία, και μένων εις το ολετήριον, επ΄ αν ούτως, αλλ΄ ου μοναστήριον, λέγεις ευ έχειν… Τίνας δε και αδελφούς εφυλάξω, διεφθορότας τη ολεθρία σου κοινωνία, καν εν βρώμασι; Σκάνδαλον του κόσμου, υπόδειγμα αρνήσεως, προτροπή απωλείας, σάρξ αλλ΄ ου πνεύμα, σκοτήρ αλλ΄ ου φωστήρ…» (Αυτ. 1337 C).                                                                                                             
Ιδού πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί ως τον «ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών». Μακάριοι οι ταπεινώς μιμούμενοι την πορείαν του· δυστυχείς δε αληθώς οι διαστρέφοντες τους λόγους του, προκειμένου να δικαιολογήσουν την παραμονήν τους εις την αίρεσιν…

***

«Ποίοι είναι «εντός της Εκκλησίας»;

(Περιοδικό ¨Ο ΣΤΑΥΡΟΣ¨ αριθ. τεύχ. 391 Νοέμ. Δεκέμβριος 1994).

Ο ακολουθών το παλαιό ημερολόγιο ιερομόναχος π. Θεοδώρητος Μαύρος ήσκησε κριτική στο σχόλιό μας υπό τον τίτλο «Δεν εξήντλησε τα μέσα» (τεύχ. Αυγούστου 1994 σελ. 134). Το σχόλιο αυτό αναφερόταν στο πρόσωπο του γνωστού πνευματικού της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανού, ο οποίος εγκατέλειψε την πνευματική εκείνη έπαλξι και προσεχώρησε στην συμπαθή παλαιοημερολογιτική ομάδα του Φυλής και Ωρωπού π. Κυπριανού. Ηκριτική του δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Αγιορείτης» (τεύχ. 8), που ο ίδιος εκδίδει υπό τον τίτλο «Ποιοί είναι ¨εντός Εκκλησίας¨».                                                                                                                                       
Στο κείμενό του αυτό ο π. Θεοδώρητος χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από επιστολές του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου προσπαθεί να αποδείξη «ποιοί ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός της αληθείας». Και αυτοί κατά την γνώμη του είμεθα οι ακολουθούντες το νέο ημερολόγιο.                                                                                                                                                      
Kατ΄ αρχάς σκεφθήκαμε να ανταπαντήσουμε επί του θεωρητικού πεδίου. Επειδή όμως ο λόγος έχει αντίλογον, γι΄ αυτό αποφύγαμε αυτόν τον πειρασμό. Εξ άλλου ο ίδιος ο π. Θεοδώρητος προς το τέλος του ανωτέρω κειμένου του αναιρεί τα γραφόμενά του, αφού εις επίρρωσιν των λεγομένων του χρησιμοποιεί γνώμην του μεγάλου Σέρβου θεολόγου του αιώνος μας, του μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς, γράφων τα εξής. «Ιδού πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί ως τον ¨ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών¨».

Αυτοαπάντησις                                                                                                                                                                 
Θα ήτο ίσως αρκετό να σταματήσουμε εδώ και να μη συνεχίσουμε την ανάπτυξι των σκέψεών μας, αφού η παρατεθείσα περικοπή αποτελεί, για όσους ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, αυτοαπάντησιν στον π. Θεοδώρητο. Για εκείνους όμως, που αγνοούν το πρόσωπο του π. Ιουστίνου Πόποβιτς, σημειώνουμε τα ακόλουθα. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς είχε μελετήσει όσον πολύ λίγοι τους πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και μάλιστα τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη. Θα περιμέναμε δε, επειδή ο αοίδιμος συνεδύαζε στη ζωή του θεωρία και πράξι, να είχε αποτειχισθή, και να μην είχε κοινωνία ούτε με το πατριαρχείο της Σερβικής Εκκλησίας, ούτε κατ΄ ακολουθίαν με τα άλλα πατριαρχεία. Εν τούτοις δεν αποτειχίσθηκε, αλλ΄ έδωσε τη μάχη του εντός των κόλπων της Εκκλησίας πολεμώντας εκ των πρώτων την αίρεσι του οικουμενισμού και χαρακτηρίζοντάς την ως «παναίρεσιν». Να υποθέσουμε, ότι ο π. Ιουστίνος δεν κατενόησε το βαθύτερο νόημα των λόγων και των έργων του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, του «ατρομήτου αυτού ομολογητού των θεανθρωπίνων αληθειών»; Δεν τολμούμε να ψελλίσουμε τέτοια βλασφημία.                                                                                                                            
Ύστερα ο Κύριος χάρισε στην Εκκλησία μας και «ορώντας», μεταξύ των οποίων ήσαν και οι αείμνηστοι γέροντες Πορφύριος και Παϊσιος. Οι χαριτωμένοι αυτοί γέροντες ποτέ δεν συνεβούλευσαν τους ακολουθούντας το νέο ημερολόγιο να αποτειχισθούν «ασφαλιζόμενοι δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών». Ο λόγος είνε αυτονόητος. Ας έλθουμε όμως και σ΄ εκείνους τους γέροντες, που έχουν το χάρισμα του πνευματικού. Υπάρχουν παλαιοημερολογίτες πνευματικοί, που εξομολογούν πιστούς νεοημερολογίτας χωρίς να τους θεωρούν αιρετικούς και να τους υποχρεώνουν να αποτειχισθούν. Και για να μη δημιουργήσουμε προστριβές στις συμπαθέστατες τάξεις των παλαιοημερολογιτών, αναφερόμεθα σε δύο κεκοιμημένους πνευματικούς, τον π. Νεόφυτο Καλοφούντη και τον π. Νήφωνα Αστυφίδη, οι οποίοι κάτω από το πετραχήλι τους ανέπαυσαν πολλές ψυχές νεοημερολογιτών. Ο π. Νεόφυτος μάλιστα κατά τα πρώτα έτη του σχίσματος ακολουθούσε αυστηρή τακτική έναντι των νεοημερολογιτών και δεν τους εδέχετο στην εξομολόγησι, μέχρις ότου τον επετίμησε ο ίδιος ο Κύριος λέγων· «Γιατί διώχνεις τα παιδιά μου;».                                                                                                                                                     
Περικόπτοντας τις σκέψεις μας αυτό έχουμε εν κατακλείδι να πούμε στον αγαπητό μας π. Θεοδώρητο, ο οποίος ομολογουμένως επί 30 χρόνια αγωνίζεται και με την γραφίδα του υπέρ των ιερών της πίστεώς μας·                                                             

Σεβαστέ μας πάτερ· ο π. Ιουστίνος και οι άλλοι πατέρες δεν θεώρησαν ως ασφάλεια της σωτηρίας των νεοημερολογιτών την αποτείχισί τους από την Εκκλησία και την ένταξί τους σε κάποια από τις τάξεις των παλαιοημερολογιτών, όπως έκανε ο π. Ανδριανός. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό σας απησχόλησε ποτέ. Σεις, βέβαια, υποστηρίζετε αυτά που κάθε φορά γράφετε ωπλισμένος με τη μόρφωσι, που αποκτήσατε μελετώντας την σκέψι των πατέρων της Εκκλησίας μας. Μήπως όμως εκτός από αυτό χρειάζεσθε και κάτι άλλο, το οποίο θα εναρμονίση μέσα σας την σκέψι των Πατέρων με την θεοφιλή βιοτήν των προμνημονευθέντων αγίων ανδρών; Ερευνήστε το. 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Η Εκκλησία έχει Συνοδικό σύστημα και όχι Καισαροπαπισμό η Γεροντισμό.
Δηλαδή, η γνώμη του ενός και του άλλου ΔΕΝ είναι η φωνή της Εκκλησίας, είτε αυτός ονομάζεται Παίσιος, είτε Κολοκυθόπουλος, όποιος και να είναι.
Εδώ η Εκκλησία πήγε ανάποδα στους Κανόνες του Βασιλείου ( αναφορικά με τον τρόπο εισδοχής των αιρετικών ) και εμείς συζητάμε για τον δείνα;
Σημειωτέον ότι άλλη κατάσταση υπήρχε στην αρχή του σχίσματος, και άλλη κατάσταση βιώνουμε σήμερα, με τον Οικουμενισμό. Η απόσταση παρά σάγκας...

Μπορεί να μας πεί κάποιος, για ποιούς λόγους οι 7 Οικουμενικές αναθεμάτισαν τους όχλους και τις μάζες 7 φορές;
Για ψύλλου πήδημα σε σχέση με τον Οικουμενισμό που διάγουμε σήμερα.
Περιττό ν' αναφέρω την περίπτωση του Θεοδώρου του Στουδίτη.

Οπου 2 και εγώ 3 είπε ο Κύριος.
Εκκλησία είναι αυτός - αυτοί που κρατάνε την ορθοδοξία.
Αυτό το απλό πράγμα οι μεγαλο-θολολόγοι αδυνατούν να το εννοήσουν.